Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2011

"Oύτις εμοί γ όνομα":* η ακατονόμαστη χώρα και η Αριστερά


Του Στρατη Μπουρναζου 

Αυτοί εδώ οι χωριάτες, που τη γλώσσα τους την καταλαβαίνουν περίφημα κι οι Βούλγαροι κι οι Σέρβοι, αντιπαθούν τους πρώτους γιατί τους πήρανε τα παιδιά τους στο στρατό. Μισούν τούς δεύτερους που τους κακομεταχειρίζονται για Βουλγάρους. Και κοιτάνε με αρκετά συμπαθητική περιέργεια εμάς τους περαστικούς Ρωμιούς, επειδή είμαστε οι γνήσιοι πνευματικοί υπήκοοι τού Πατρίκ, δηλαδή του "Ορθόδοξου Πατριάρχη της Πόλης" [...]. Ωστόσο, δεν θέλουν να είναι μήτε "Μπουλγκάρ" [Βούλγαροι] μήτε "Σρρπ" [Σέρβοι] μήτε "Γκρρρτς" [Έλληνες]. Μοναχά "Μακεντόν ορτοντόξ".

(Στράτης Μυριβήλης, |Η ζωή εν τάφω|, α' έκδ., Αθήνα 1924)


Στο ευφρόσυνο ανοιξιάτικο κλίμα, με τον άνεμο να φουσκώνει τα πανιά της Αριστεράς, ένα μικρό σύννεφο αχνοφαίνεται στον ορίζοντα: η αμηχανία του ΣΥΡΙΖΑ και του ΣΥΝ για το Μακεδονικό. Αν δεν λαθεύω, η επίσημη θέση --δεν μιλάω για επιμέρους στελέχη, μέλη ή συνιστώσες-- κινείται από τη σιωπή μέχρι κάποιες τοποθετήσεις υπέρ της σύνθετης ονομασίας, με την αμηχανία να δίνει τον τόνο: θα δούμε, θα σκεφθούμε, θα συσκεφθούμε... Κι όμως, το ζήτημα αποτελεί, για τη δικιά μας Αριστερά, όπως έχει φανεί και παλιότερα, πεδίον δόξης λαμπρόν, καθώς σ' αυτό διασταυρώνονται πολλές ευκαιρίες για να τοποθετηθεί σε θέματα μεγάλα, δύσκολα, αλλά και προνομιακά, αναδεικνύοντας την υπεροχή των ιδεών της: μπορεί, παρεμβαίνοντας σε αυτό το μπλεγμένο κουβάρι που λέγεται "Μακεδονικό", να αντιπαρατεθεί στον εθνικισμό, τον ρατσισμό και τον ελληνοκεντρισμό, στον ιμπεριαλισμό και συνάμα στον πατριωταράδικο "αντιιμπεριαλισμό", να προβάλλει, πολύ συγκεκριμένα, τις ιδέες της για ειρηνική συνύπαρξη στα Βαλκάνια, να μιλήσει για τις μειονότητες, να αναδείξει τα αδιέξοδα της "υπερήφανης" ελληνικής πολιτικής και άλλα πολλά.
Είναι, πολλά, μα πάρα πολλά, αυτά που έχουμε, που μπορούμε και οφείλουμε να πούμε. Τα κωδικοποιώ, με σχετική συντομία.

Ο Αριστοτέλης και ο Βουκεφάλας στερούνται απόψεως επί του ζητήματος

α) Το πρώτο σημείο, από το οποίο θέλω να ξεκινήσω, είναι ότι η συζήτηση και τα επιχειρήματα πρέπει να εδράζονται στο σήμερα. Δεν μπορούμε να ψάχνουμε στα ευρήματα της Βεργίνας, στον Αριστοτέλη ή στον Παύλο Μελά τις απαντήσεις για τις σχέσεις μας με το γειτονικό κράτος, το όνομά του κ.ο.κ. Όπως ακριβώς δεν είναι δυνατόν να ανατρέχουμε στη μάχη του Μαντζικέρτ ή τη Μικρασιατική Καταστροφή για να σταθμίσουμε τις σχέσεις μας με την Τουρκία. Κι αυτό ισχύει για όλες τις πλευρές: ανεξάρτητα από το αίμα και τα δάκρυα που χύθηκαν, από το πόσοι ετελεύτησαν, ένθεν και ένθεν, "εν στόματι μαχαίρας", σήμερα η Μικρά Ασία είναι τουρκική και η ελληνική Μακεδονία είναι ελληνική. Οριστικώς και αμετακλήτως, ανεξάρτητα από το δίκιο και το άδικο.
β) Η Ιστορία όμως --αρκεί οι αναδρομές να μη γίνονται υπό το φως του λύχνου του Κρυφού Σχολειού-- μας είναι απολύτως αναγκαία για να καταλάβουμε πώς διαμορφώθηκε η σημερινή πραγματικότητα: πώς από το γλωσσικό, θρησκευτικό, εθνικό και πολιτισμικό μωσαϊκό που αποτελεί η Μακεδονία στις αρχές του 20ού αιώνα, φτάνουμε στη σημερινή ελληνική Μακεδονία. Κι έτσι, η μελέτη της μπορεί να έχει και μια πιο δραστική χρήση: να κλονίσει τους εθνικούς μύθους, τις "προαιώνιες βεβαιότητες" -- κάτι ιδιαίτερα κρίσιμο για τη διαπάλη στο πεδίο των ιδεών^1^. Τρία παραδείγματα, επί τροχάδην. Πόσοι γνωρίζουν ότι, στις αρχές του 20ού αιώνα, τους ντόπιους της ευρύτερης Μακεδονίας τούς αποκαλούν οι πάντες "Μακεδόνες", ανάμεσα τους και υπεράνω εθνικής υποψίας συγγραφείς όπως η Πηνελόπη Δέλτα ή ο Στράτης Μυριβήλης; Πόσοι γνωρίζουν ότι το 1912, όταν ο ελληνικός στρατός εισέρχεται στη Θεσσαλονίκη, με βάση τις επίσημες απογραφές, η πλειονότητα των κατοίκων της είναι Εβραίοι; Και πόσοι, τέλος, ξέρουν ότι η καταγωγή των σλαβόφωνων από τους αρχαίους Μακεδόνες υπήρξε βασικό μοτίβο της ελληνικής προπαγάνδας, στην προσπάθειά της να προσεταιριστεί τους πληθυσμούς αυτούς, εκεί στο γύρισμα του 19ου αιώνα; Είναι η εποχή που Έλληνες λόγιοι, όπως ο γυμνασιάρχης Τσιούλκας, ανάγουν τα σλαβομακεδόνικα στην ομηρική γλώσσα: έτσι το |μπόσκαμ| ετυμολογείται ευφάνταστα από το |πιπίσκω|, το |ζαϊσλάμναμ| από το |συνεξελαύνω| και το |ζαϊσφάτταμ| από το |συνεξάπτω|^2^.

Οι βλαβερές συνέπειες της βυζαντινής αρχαιολογίας

γ) Το τρίτο που χρειαζόμαστε είναι η διεθνής διάσταση. Σήμερα, 123 χώρες (σε σύνολο 192 κρατών-μελών του ΟΗΕ) έχουν αναγνωρίσει τη "Μακεδονία" ως "Μακεδονία" -- κι αυτό παρά τον διπλωματικό αγώνα της Ελλάδας. Και όποιοι έχουν εύκαιρες τις συνωμοσιολογικές θεωρίες περί συμφερόντων, εχθρών κ.ο.κ., ας αναλογιστούν ότι, την ίδια στιγμή, τα κράτη που αναγνωρίζουν την "Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου" μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού (μιλάω πάντα για το de jure, αλλιώς και εδώ τα πράγματα είναι πιο σύνθετα).
Ας αφήσουμε όμως τα διπλωματικά κι ας πάμε σε κάτι πιο απτό: όποιο επιστημονικό σύγγραμμα, εγκυκλοπαίδεια ή εφημερίδα ανοίξουμε, σε οποιαδήποτε γλώσσα εκτός της ελληνικής, θα συναντήσουμε τη Republic of Μacedonia ή, πιο απλά, Μacedonia. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις βλαβερές συνέπειες της μελέτης της βυζαντινής αρχαιολογίας, εν έτει 1992: τρόμος και ταραχή κατέλαβε αίφνης τις ευαίσθητες ψυχές των φοιτητριών της Φιλοσοφικής του Αθήνησι, εν τω μέσω του σπουδαστηρίου, καθώς οι παραπομπές ήταν καταιγιστικές: δώστου Macedonia και Μacedoine και άντε πάλι Mazedonien και La Macedonia, και τελειωμό δεν είχαν -- και τα Σκόπια, βέβαια, ήταν απλώς μια πόλη, η πρωτεύουσα της Μακεδονίας.
Είναι προφανές ότι κάτι δεν πάει καλά~ κι αυτό το "κάτι" είναι η απόφαση της Ελλάδας να ξαναβαφτίσει τους γείτονες και να τους αποκαλεί πλέον "Σκοπιανούς". Ελπίζω ότι δεν χρειάζεται να συζητήσουμε εδώ αν όλα αυτά τα δεινά συμβαίνουν επειδή το ελληνικό κράτος ολιγώρησε στον φωτισμό της παγκόσμιας γνώμης, αν οι "Σκοπιανοί" --όπως άλλωστε και οι Τούρκοι-- διαθέτουν φοβερούς και τρομερούς διπλωμάτες ή, αν, τέλος οι ξένοι επιστήμονες πιάστηκαν αδιάβαστοι και πρέπει να εντρυφήσουν στα πονήματα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών ή του Χολέβα για να ξεστραβωθούν.
δ) Χρειάζεται ακόμα, τοποθετούμενοι δημόσια, απλουστεύοντας ίσως, να αντιστρέψουμε τα ερωτήματα: Πώς θα μας φαινόταν αν ένα γειτονικό κράτος αποφαινόταν ότι δεν μπορούμε να ονομαζόμαστε Έλληνες; Αν αποφάσιζε, ερήμην μας, ότι το σωστό μας όνομα είναι "κράτος των Αθηνών", και επιδιδόταν σε διεθνή εκστρατεία επ' αυτού; Αν χαρακτήριζε "φοβερή πρόκληση" την εμμονή μας να λεγόμαστε Έλληνες και, τελικά, η παραχώρηση που θα μας έκανε ήταν ότι θα διαπραγματευόταν μαζί μας το |δικό μας| όνομα; Πώς θα μας ακουγόταν μια ανάλογη διένεξη στη Βόρεια Ευρώπη ή την Ασία; Και, τέλος, πόσο συγκλονιζόμαστε από την ιδέα οι νυν Αιγύπτιοι σφετερίζονται την κληρονομιά του Τουταγχαμών, του Χέοπα και του Μηκερίνου;
ε) Άλλο επίπεδο, το πραγματολογικό: ο πληθυσμός, η οικονομία, οι στρατιωτικές δυνάμεις. Ακόμα και μια ματιά στις εγκυκλοπαίδειες καταδεικνύει τη φαιδρότητα της απειλής από το "κρατίδιο", αλλά και το άδικο του πράγματος: είναι καταφανές ποιος είναι ο ισχυρός, ο πλούσιος, ο μεγάλος. Ας πάψουμε λοιπόν να πιπιλάμε την καραμέλα της "Ψωροκώσταινας", ειδικά όταν οι ελληνικές επιχειρήσεις μεγαλουργούν: με βάση στοιχεία του Υπουργείου Εξωτερικών, το 2006, οι ελληνικές επενδύσεις στην ΠΓΔΜ ήταν 959 εκατομμύρια ευρώ~ καταλάμβαναν έτσι την πρώτη θέση μεταξύ των ξένων επενδυτών, απασχολώντας πάνω από 20.000 άτομα, και μάλιστα σε τομείς όπως τα πετρελαιοειδή, οι τράπεζες και οι τηλεπικοινωνίες^4^.
στ) Το αμέσως επόμενο επεισόδιο είναι να μιλήσουμε για τις ευθύνες της Ελλάδας. Δυστυχώς, η χώρα μας ήταν αυτή που αρνήθηκε αλαζονικά κάθε διαπραγμάτευση, που οργάνωσε συλλαλητήρια, που διαπραγματευόταν μυστικά με τον Μιλόσεβιτς, που έχεε όξος και χολή, που οργάνωσε το εμπάργκο και τόσα άλλα θλιβερά. Κι όλα αυτά ήταν η επίσημη πολιτική του κράτους, που τη συμμεριζόταν η συντριπτική πλειονότητα του λαού.
ζ) Επίσης, έχει αξία --κι ας μην είναι η δική μας οπτική αυτή-- να καταδείξουμε πού οδήγησε η "αδιαπραγμάτευτη" άρνηση οποιουδήποτε ονόματος περιείχε τη λέξη "Μακεδονία" ή παράγωγά της (θυμίζω ότι αυτή είναι η απόφαση των πολιτικών αρχηγών, το 1992, η οποία, τυπικά, ισχύει ακόμα). Σήμερα λοιπόν επιδιώκουμε, με νύχια και με δόντια, εκείνο που απορρίπταμε διαρρήδην επί πακέτου Πινέιρο: τη σύνθετη ονομασία.

Η "αποτερατοποίηση" των γειτόνων

η) Επείγουσα ανάγκη, ακόμα, είναι η "αποτερατοποίηση" των κατοίκων της γειτονικής χώρας, με οργανωμένες επισκέψεις και κοινές εκδηλώσεις όπου θα μετέχουν Έλληνες και πολίτες της ΠΓΔΜ. Δεν είναι ανάγκη το περιεχόμενο των συναντήσεων να είναι το όνομα~ μπορεί να είναι ο κινηματογράφος, η λογοτεχνία, η μουσική των δύο χωρών. Έτσι, ώστε να διαπιστώσουμε, ιδίοις όμμασι, ότι στην επικράτεια της ακατονόμαστης χώρας δεν κατοικούν τέρατα, αφιονισμένοι και ανθέλληνες, αλλά άνθρωποι σαν κι εμάς, με τα καλά και τα κακά τους, τα όνειρα και τους φόβους τους, τις κακομοιριές και τα πάθη τους, τις γιορτές και τα πένθη τους. Θα ήταν, αλήθεια, θαυμάσιο να πρωτοστατήσει ο ΣΥΡΙΖΑ σε μια τέτοια πρωτοβουλία (το 1993 τέτοιες συναντήσεις, στην Αθήνα και τα Σκόπια, είχε οργανώσει η Αντιπολεμική Αντιεθνικιστική Συσπείρωση). Γι' αυτό ακριβώς, η επίσκεψη Αλαβάνου στα Σκόπια, τον Νοέμβριο, ήταν μια πολιτική κίνηση πρώτης γραμμής.
θ) Και άλλα πολλά: Πρέπει να μιλήσουμε για τα δικαιώματα των Σλαβομακεδόνων που ζουν στη χώρα μας (αφού πρώτα μιλήσουμε για αυτή καθαυτή την ύπαρξή τους, που αρνείται το ελληνικό κράτος). Πρέπει να καταγγείλουμε την απαγόρευση εισόδου στους πολιτικούς πρόσφυγες που ζουν στην ΠΓΔΜ, κάτι γερόντια άνω των ογδόντα, που θα πεθάνουν χωρίς να έρθει γι' αυτούς το "νόστιμον ήμαρ" (δεν μιλάω για επαναπατρισμό, που σκοντάφτει στις δημεύσεις, καταπατήσεις κ.λπ. περιουσιών, αλλά για επίσκεψη). Πρέπει να αντιταχθούμε στην άσκηση βέτο, μια ακόμα επιθετική πράξη της Ελλάδας, που συχνά υποστηρίζεται με βάση ένα δήθεν αντιιμπεριαλισμό σκεπτικό. Πρέπει...

"Δημοκρατία της Μακεδονίας" ή σύνθετο όνομα;

ι) Σταματάω εδώ, για να προχωρήσω στο δέκατο και πιο ακανθώδες σημείο: Αναγνώριση με τη συνταγματική ονομασία ή διαπραγματεύσεις για σύνθετο όνομα; Πιστεύω ότι αν έχουν ειπωθούν όλα τα παραπάνω, τότε έχει μικρότερη --όχι μικρή, αλλά μικρότερη-- το "διά ταύτα" του ονόματος. Είναι άλλο πράγμα να προτείνουμε διαπραγματεύσεις για το όνομα, έχοντας πρώτα καταγγείλει τον ελληνικό εθνικισμό και διακηρύξει το δικαίωμα των γειτόνων στον αυτοπροσδιορισμό, και τελείως άλλο να ψελλίζουμε απλώς για διαπραγματεύσεις, προκειμένου να καλύψουμε την αμηχανία μας.
Η γνώμη μου, πάντως, είναι ότι πρέπει να ζητήσουμε την αναγνώριση της γειτονικής χώρας με το συνταγματικό --και πραγματικό-- της όνομα: Δημοκρατία της Μακεδονίας. Εξηγούμαι.
Πρώτον, αυτή είναι η μόνη πρόταση που συνάδει με τη θεμελιώδη για την Αριστερά θέση του αυτοπροσδιορισμού των λαών. Είναι ντροπή μας να θέλουμε να επιβάλουμε με τη δύναμή μας, με το δίκαιο του ισχυρότερου --γιατί περί αυτού πρόκειται-- στον γειτονικό λαό το πώς θα λέγεται. Για τους αριστερούς, η αναγνώριση της Δημοκρατίας της Μακεδονίας δεν είναι, πρωτίστως, μια λύση ανάγκης, ένας πραγματισμός, μια παραδοχή ότι "σκληρόν προς κέντρα λακτίζειν"~ αυτά τα σταθμίζουν, και οφείλουν να τα σταθμίζουν, οι διπλωμάτες. Για μας όμως είναι ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής μας, στοιχείο συστατικό της άποψης, του διεθνισμού και της κουλτούρας μας.
Δεύτερον, η αναγνώριση της "Μακεδονίας" ως "Μακεδονία" είναι, πιστεύω, η μόνη ειλικρινής πρόταση. Όταν εκατόν είκοσι τόσες χώρες την έχουν αναγνωρίσει ως "Μακεδονία", δεν χρειάζεται δα μεγάλη αναλυτική δεινότητα για να αντιληφθούμε ότι, ακόμα κι αν η διαπραγμάτευση καταλήξει σε κοινά αποδεκτή ονομασία, αυτή θα ισχύσει μονάχα στις διμερείς σχέσεις και τους διεθνείς οργανισμούς~ κοινώς, για να δουλευόμαστε μεταξύ μας, ενώ απανταχού της Γης θα συνεχίσουν να την λένε νέτα σκέτα, "Μακεδονία".
Τρίτον, η υποστήριξη |σε αυτήν τη συγκυρία| του σύνθετου ονόματος και των διαπραγματεύσεων, παρά τις αγαθές ίσως προθέσεις, εγκαινιάζει έναν φαύλο κύκλο. Η Ελλάδα, κάνοντας στροφή 180 μοιρών, κάθεται σήμερα στο τραπέζι, ακολουθώντας μεν πολύ πιο ήπια στάση αλλά διατηρώντας, τροποποιημένη, την ίδια ολισθηρή ιδέα: παλιότερα θα αποφασίζαμε μόνο εμείς για το όνομα των γειτόνων, σήμερα θα αποφασίσουμε μαζί τους -- |για το δικό τους όνομα|, πάντα! Ο κίνδυνος είναι ορατός: καθώς η Ελλάδα αισθάνεται ότι έχει φτάσει στο κατώτατο σκαλί των υποχωρήσεων, η πιθανή εμμονή των Φυρομιανών στο όνομά τους (στο κάτω κάτω, κι αυτωνών το όνομά τους είναι η ψυχή τους), θα εκληφθεί ως απόλυτη αδιαλλαξία. Ειδικά ο ΣΥΝ και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν κανέναν λόγο να παγιδευτούν εθελουσίως --λέω εθελουσίως, γιατί η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη, όπως τα κατάφερε, να χορέψει αυτό τον χορό^4^.
***
Όλα ωραία και ανθηρά, λοιπόν, στη Φυρομία; Όχι βέβαια. Και εθνικιστές δρουν και αλυτρωτισμός υπάρχει, κι ούτε επιθυμώ να περιγράψω τους γείτονες ως αγγέλους. Αυτό όμως, στη δική μας ιεραρχία πραγμάτων και αξιών, είναι το λιγότερο σημαντικό. Για τρεις πολύ βασικούς λόγους. Πρώτον, επειδή την κύρια ευθύνη για όσα έγιναν τη φέρει ο ελληνικός εθνικισμός: αυτός ήταν και ο επιθετικός και ο ισχυρός. Δεύτερον, διότι από εποχής Λένιν τουλάχιστον, το στοιχειώδες καθήκον για τους ανά Γης κομμουνιστές είναι να χτυπάνε, πρωτίστως, τον μιλιταρισμό και τον εθνικισμό στη δικιά τους τη χώρα. Τρίτον, καθώς είναι γνωστό πως ο ένας εθνικισμός τρέφει τον άλλο, η διεκδίκηση του Βουκεφάλα ή οι εθνικιστικές "κορώνες" εκ μέρους των γειτόνων δεν μπορεί να είναι άλλοθι για τις δικές μας "κοτρώνες". Κι όσο για την "αρπαγή" του Μεγαλέξανδρου, αντί να προστρέχουμε αγωνιωδώς στο διεθνές δικαστήριο της Ιστορίας μήπως και κατοχυρώσουμε το ελληνικό κοπυράιτ, θα ήταν πολύ πιο γόνιμο, από κάθε άποψη να εξετάσουμε, κριτικά, πώς ένα νεοσύστατο κράτος αναζητά σύμβολα, κατασκευάζει τους εθνικούς του μύθους, ανασυστήνει το παρελθόν του.

Οι θέσεις της Νεολαίας του ΣΥΝ: ένα κείμενο πρωτοποριακό

Οδεύοντας προς το τέλος, παραθέτω ένα απόσπασμα από τις Θέσεις της Νεολαίας του ΣΥΝ, το οποίο συνοψίζει πλήρως την άποψή μου^5^:
"Οι νέοι και οι νέες της Νεολαίας Συνασπισμού, υπερασπιζόμενοι την αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών, θεωρούμε πως το όνομα 'Μακεδονία' μπορεί κάλλιστα να χρησιμοποιηθεί από τους γείτονές μας και είναι αυτονόητο δικαίωμά τους. Η ιστορική αυτή ονομασία έχει από χρόνια υιοθετηθεί από τους κατοίκους της περιοχής και αντιστοιχεί στη συνείδησή τους αφού με αυτή γεννήθηκαν και μεγάλωσαν. Εξάλλου το όνομα αντιστοιχεί σε πραγματικότητες των διεθνών σχέσεων που διαμορφώθηκαν εδώ και πολλές δεκαετίες και η Ελλάδα δεν μπορεί και δεν πρέπει να ακυρώσει. Πρόκειται συνεπώς για στοιχείο συνοχής και δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αναιρεθεί από οποιονδήποτε εξωτερικό καταναγκασμό. Θεωρούμε πως η αλληλεγγύη και συνεργασία των δύο λαών είναι το στοιχείο που θα επιτρέψει την ειρήνη με την αποστρατιωτικοποίηση των Βαλκανίων καθώς και το σημείο εγγύησης για τον αποκλεισμό κάθε εθνικιστικής έξαρσης. Η τοποθέτησή μας αυτή βεβαίως δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι υιοθετούμε τον σλαβομακεδόνικο εθνικισμό και την επιχειρηματολογία του. Πάγια και αδιαπραγμάτευτη θέση της Νεολαίας Συνασπισμού είναι η πάλη ενάντια σε κάθε εθνικισμό, εντός και εκτός συνόρων".
Για όσους δεν διαφωνούν επί της ουσίας, αλλά θεωρούν ότι "μαξιμάρουμε", προβάλλοντας διακηρύξεις αρχών, σπεύδω να εξηγήσω ότι τη θέση της Νεολαίας τη θεωρώ συγκεκριμένη πολιτική πρόταση, απολύτως μαχητή και μάχιμη στη σημερινή συγκυρία, πράγμα που δεν θα υποστήριζα βέβαια την εποχή των συλλαλητηρίων. Τότε τα αυτιά ήταν τόσο ερμητικά κλειστά που αν μίλαγες για "Δημοκρατία της Μακεδονίας", όχι μόνο διακινδύνευες την υπόληψή σου, ενίοτε και την αρτιμέλειά σου, αλλά το μόνο που πετύχαινες ήταν να κλείσουν ακόμα περισσότερο. Και, προφανώς, ο στόχος δεν ήταν να "μπετονάρεις", ακόμα περισσότερο, ένα επαρκώς "μπετοναρισμένο" ακροατήρια αλλά να ανοίγεις χαραμάδες, προχωρώντας με μικρά βήματα: να κατακτήσεις ότι πρέπει να ακούγονται όλες οι γνώμες, ότι οι απόψεις που αποκλίνουν από την επίσημη δεν είναι προδοτικές, ότι πρέπει να καθίσουμε στο τραπέζι με τους γείτονες. Σε αυτά τα συμφραζόμενα, η πρόταση για διαπραγματεύσεις και σύνθετη ονομασία ήταν τότε όχι απλώς αριστερή, αλλά επαναστατική.

Το 9% είναι πολύ μεγάλο ποσοστό

Το 2008, όμως, είναι πολύ διαφορετικό από το 1992. Θα προσκομίζω έναν κάπως ιδιότυπο παράδειγμα, τις δημοσκοπήσεις που δείχνουν ότι η κοινή γνώμη σε ποσοστό 85-90% τάσσεται υπέρ του βέτο. Γιατί, εκτός αυτού, οι ίδιες δημοσκοπήσεις μάς λένε και άλλα, αντιφατικά. Στις μετρήσεις της MRB, λ.χ., το 36,5% θεωρεί το Σχέδιο Νίμιτς ως βάση συζήτησης, ενώ τη σύνθετη ονομασία τη δέχεται το 35,4%. Σύμφωνα πάλι με την Public Issue, ένα 9% δέχεται την ονομασία "Δημοκρατία της Μακεδονίας", ενώ, σε άλλη ερώτηση, το 40% θεωρεί την αναγνώριση με αυτό το όνομα "αναγκαίο κακό". Είναι πολύ μεγάλα αυτά τα ποσοστά, όχι μόνο 40, αλλά πολύ περισσότερο το 35 και το 9%! Μετά από μια δεκαπενταετία κατήχησης για την "αρπαγή του ονόματος", για την "παραχάραξη" της Ιστορίας εκ μέρους των "Σκοπιανών", τα ποσοστά αυτά είναι ένας άθλος. (Εκτός αν θεωρούμε ότι οι μάζες έχουν γαλουχηθεί με τις αναλύσεις του Ελεφάντη και του Κωστόπουλου ή ότι σε κάθε σπίτι υπάρχει, χιλιοδιαβασμένος και φθαρμένος από τις υπογραμμίσεις, ο |Ιανός του εθνικισμού|). Δεν ξέρω πώς φτάσαμε σε αυτά (από ρεαλισμό, από άποψη, από απογοήτευση;), αλλά πάντως μας υποδεικνύουν την κατεύθυνση που πρέπει να εργαστούμε.
Άλλωστε, κι οι άλλες δημοσκοπήσεις, με τα 10%, τα 15% και τα 18% υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, τον ίδιο δρόμο μας δείχνουν. Γιατί είναι σφαλερή, πολιτικά, η σκέψη ότι τέτοια ποσοστά μάς επιβάλλουν να στρογγυλεύουμε, να σιωπούμε, να πηγαίνουμε "και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ".
Αντίθετα, τώρα είναι η ώρα των ξεκάθαρων και αποφασιστικών κινήσεων: ο ΣΥΡΙΖΑ και ο ΣΥΝ, όπως και ο Αλέξης Τσίπρας και ο Αλέκος Αλαβάνος, έχουν δείξει πρόσφατα ότι διαθέτουν και την τόλμη και την πολιτική δεξιότητα να τις κάνουν. Γιατί αλλιώς, αν φυλάμε σαν "σπάνιο φαρφουρί" τα διψήφια ποσοστά, αυτός είναι ο ασφαλέστερος τρόπος όχι μόνο για να τα χάσουμε, μα και για να μένουν για πάντα παγωμένα, νούμερα ψυχρά. Αλλά, για μας, το ζήτημα είναι οι αριθμοί αυτοί να μετασχηματιστούν σε ζώσα δύναμη, να γίνουν φλόγα, χιλιάδες μικρές πυρκαγιές που πυρπολούν τη νιότη, τα μυαλά και τις καρδιές των ανθρώπων.

* "Oύτις εμοί γ' όνομα" (Κανένας τ' όνομά μου): έτσι απαντάει ο Οδυσσέας στον Πολύφημο, όταν αυτός τον ρωτάει πώς τον λένε (|Οδύσσεια|, ι 364-367).


1. Στο σημείο αυτό οφείλω να εξάρω τη δουλειά μυρμηγκιού --ή, ορθότερα, μυρμηκολέοντος-- που επιτελούν, εδώ και χρόνια, οι συντάκτες του "Ιού" στην |Ελευθεροτυπία|.
2. Βλ. Τάσος Κωστόπουλος, |Η απαγορευμένη γλώσσα|, β' έκδ., Βιβλιόραμα, Αθήνα 2008.
3. Αναπαράγω τα στοιχεία, χωρίς να μπορώ να τα αξιολογήσω, από την ιστοσελίδα του υπουργείου Εξωτερικών (www.agora.mfa.gr).
4. Φυσικά, υπάρχει θέμα διαπραγματεύσεων και συνεννοήσεων για πολλά και σοβαρά ζητήματα, όπως σε όλο τον πλανήτη: για τη διαχείριση των υδάτων, τα σύνορα, τις εμπορικές ανταλλαγές, για το όνομα των προϊόντων (ας πούμε τους οίνους ή τους χαλβάδες που θα ονομάζονται, και από τις δύο πλευρές μακεδονικοί). Αυτό είναι όμως κάτι πολύ διαφορετικό.
5. Το πλήρες κείμενο, με όλο το σκεπτικό, το οποίο αξίζει πραγματικά να διαβάσει κανείς, υπάρχει στην ιστοσελίδα της Νεολαίας (www.neolaiasyn.gr), ενότητα "Θέσεις"~ βλ. "Σχέδιο Πολιτικής Απόφασης του 5ου Συνεδρίου", που έκτοτε μετατράπηκε σε απόφαση.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Αυγή» στις 7-3-2008.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου