Γιώργος Δούδος
Δικηγόρος Θεσσαλονίκης
e-mail: george_doudos@hotmail.com
Ο εθνικισμός, που κατά τους χρόνους της εμφάνισής του, 18ος-19ος αιώνας, υπήρξε ένα ιδιαίτερα αποτελεσματικό εργαλείο στα χέρια των αστών επαναστατών και συνετέλεσε στην αναδιάταξη του πολιτικού χάρτη της Ευρώπης και της Αμερικής. Συνέβαλε αποφασιστικά στην απεξάρτηση λαών με κοινή εθνική συνείδηση, από την εξουσία αλλογενών μοναρχών. Κατέστησε ασταθή τα θεμέλια των πολυεθνικών αυτοκρατοριών, που διακυβερνούσαν πλήθη λαών απολυταρχικά, με αποτέλεσμα κατ’ αρχάς τη συρρίκνωσή τους και στη συνέχεια τη διάλυσή τους και την ανάδειξη εθνικών κρατών, σύμφωνα με την αρχή των εθνοτήτων.
Παρόλη τη θετική συνεισφορά του εθνικισμού, ως πολιτικής ιδεολογίας, στην προώθηση πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων προς την κατεύθυνση αναγνώρισης της ελευθερίας και των λοιπών δικαιωμάτων του ατόμου και του πολίτη, ως θεμελιωδών προτεραιοτήτων της αστικής δημοκρατίας, δεν διατήρησε την ικμάδα του εμπρός στη δοκιμασία του χρόνου. Πολύ σύντομα εμφανίσθηκαν μεταλλαγές και μεταπτώσεις του εθνικισμού αλλοτριωτικής φύσης, που κατ’ ουσία κατέστησαν αυτή την ιδεολογία σ’ ένα επικίνδυνο και στείρο σκοταδισμό.
Ο εθνικισμός μορφοποιήθηκε σ’ ένα κάτοπτρο, όπου επάνω προβλήθηκαν γιγαντωμένα, σε αγελαία μέτρα, όλα τα αρνητικά στοιχεία που μπορεί να εκδηλώσει ένας άνθρωπος απέναντι στους όμοιούς του.
Η ιδεολογία του εθνικισμού ενθάρρυνε την καλλιέργεια της συλλογικής υπεροψίας, της ομαδικής εγωπάθειας και του αυτιστικού ναρκισσισμού σε υπερατομικό επίπεδο. Το έθνος απέκτησε αυτόνομη ύπαρξη σε σχέση με το λαό ενός κράτους. Θα μπορούσε να προσδιορισθεί ως μια φαντασιακή οντότητα μυθικής υφής, απόλυτης και αδιαμφισβήτητης ιερότητας, χρεωμένο από μια απροσδιόριστη μοίρα με μια μοναδική αποστολή, που το ξεχωρίζει από άλλα έθνη και το καθιστά υπέρτερο κάθε λαού, που κατοικεί σε τούτη τη γη.
Η απόσταση μεταξύ εθνικισμού και ρατσισμού συνήθως είναι δυσδιάκριτη και συχνά οι δύο τάσεις συγχέονται μεταξύ τους. Είναι ανάγκη, αν οι Έλληνες και οι Ελληνίδες επιθυμούμε να καθαρθούμε επί τέλους από κάποιες έμμονες ιδέες που μας διακατέχουν, να παραδεχτούμε, ότι και στην Ελλάδα έρπει σε απροσδιόριστο αριθμό Ελλήνων και Ελληνίδων η ιδέα, πως το ελληνικό έθνος είναι «ανάδελφο», περιβάλλεται από φανερούς αλλά και δυσδιάκριτους εχθρούς, οπωσδήποτε καταχθόνιους, που επιδιώκουν από αιώνες ακατάπαυστα να μας αφανίσουν….
Αποτέλεσμα όλων των συλλογικών διαστροφών, που εμφάνισε ο εθνικισμός ως παρακμιακή ιδεολογία πια, είναι ότι εκτρέφει την εκ προοιμίου καχυποψία μεταξύ διαφορετικών λαών και ιδίως γειτονικών, διεγείρει τα πλήθη υπέρ μιας ετοιμοπόλεμης εγρήγορσης απέναντι σε υπαρκτούς και όλως υποτιθέμενους εχθρούς του έθνους και τάσσεται υπέρ των δυναμικών επεμβάσεων προς επίλυση διαφορών, αντί του διαλόγου και των διπλωματικών ελιγμών.
Μια αντιεθνικιστική πολιτική πρόταση, κατ’ αρχήν καλείται να απομυθοποιήσει τόσο την φαντασιακή υπόσταση του έθνους, όσο και τις σκοταδιστικές προκαταλήψεις, που εκούσια και σκόπιμα καλλιεργούν και προπαγανδίζουν οι οπαδοί του εθνικισμού. Η ανθρώπινη ύπαρξη και μόνο, σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο, χωρίς επίθετα και άλλους προσδιορισμούς πρέπει να θεωρείται η κατ’ εξοχήν αξία στο σύγχρονο κράτος δικαίου, χωρίς παρεκκλίσεις για οποιοδήποτε λόγο. Οι θεσμοί παιδείας οφείλουν να αποκαλύψουν την αλήθεια, ως προς παρωχημένους μύθους, που συντηρεί ο εθνικισμός ως δήθεν αξίες και να καλλιεργήσουν, μέσα από τα δεδομένα της επιστήμης, από τα διδάγματα της κοινής λογικής και προπάντων από τα διδάγματα της ιστορίας, έτσι όπως πράγματι έχει γραφτεί, χωρίς προκρούστειες παραμορφώσεις, να εμπλουτίσουν τις συνειδήσεις των ανθρώπων με την αλήθεια της ενότητας της ανθρωπότητας, την αξία της ειρήνης, της φιλίας και της συνεργασίας όλων των λαών και ιδίως των γειτονικών μεταξύ τους.
Μια αντιεθνικιστική πρόταση, όσο απευθύνεται στην εθνικά συμπαγή πλειοψηφία ενός λαού, άλλο τόσο έχει αποδέκτες και τις εθνικές μεινότητες, που συμβιώνουν με την πλειοψηφία στην κοινή πατρίδα.
Η προοπτική πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης, που ήδη είναι ορατή, δεν έχει καμιά σχέση με την εκχυδαϊσμένη παγκοσμιοποίηση που επιχειρεί να επιβάλλει η ατλαντική υπερδύναμη ως pax Americana της νέας εποχής. Θεμελιώδης αρχή των διευρωπαϊκών θεσμών είναι η διαφύλαξη της ιδιοπροσωπίας κάθε λαού, η καλλιέργεια και η ανάπτυξη των γλωσσών της Ηπείρου, ακόμη κι εκείνων που ομιλούνται λιγότερα και γενικότερα, η θετική αποδοχή του πολυπολιτισμικού πλούτου μας. Η ευρωπαϊκή πολιτική προοπτική συνιστά αναίρεση του εθνικισμού και των διχαστικών τοξινών που ενσπείρει ανάμεσα στους λαούς, χωρίς όμως να αποδέχεται ένα μοντέλο μαζικής αλλοτρίωσης της ταυτότητας των επί μέρους ευρωπαϊκών εθνών και εθνοτήτων.
Παρόλα αυτά, δεν είναι υπόθεση, αλλά δυσάρεστη πραγματικότητα, πως υπάρχουν εθνικές μειονότητες στον ευρωπαϊκό χώρο, που ασκούν εθνικιστική πολιτική σε βάρος του κράτους όπου ζουν.
Στις περιπτώσεις που η εθνική μειονότητα είναι συγγενής φυλετικά, με λαό γειτονικού κράτους, όπως συνήθως συμβαίνει, η εθνικιστική στάση της μειονότητας εκδηλώνεται με την αποδοχή αλυτρωτικών θέσεων, που καλλιεργούνται από εθνικιστικούς κύκλους της γειτονικής χώρας, -η οποία συχνά, εντελώς ανιστόρητα, αυθαίρετα και αβάσιμα, θεωρείται ως η εθνική κοιτίδα της μειονότητας-. Κύκλοι μειονοτικοί, που πράγματι επηρεάζουν ή θέλουν να επηρεάσουν τη μειονότητα, υποθάλπουν, φανερά ή υπό λανθάνουσα μορφή, αποσχιστικές τάσεις περιοχών του κράτους, όπου ζει συμπαγής κατά το πλείστον μειονοτικός πληθυσμός και ένωσής τους με το γειτονικό κράτος.
Άλλη εκδήλωση εθνικιστικής πολιτικής εκ μέρους μιας εθνοτικής μειονότητας είναι η λειτουργία διάφορων ενδομειονοτικών μηχανισμών, που επιδιώκουν τον αποκλεισμό της μειονότητας από την ενσωμάτωσή της στη σύνολη εθνική κοινωνία και τη μη συμμετοχή της στις εξελίξεις της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής ζωής του τόπου.
Οι διάφοροι κομισάριοι, που επιθυμούν να ελέγχουν και να ποδηγετούν μειονοτικούς πληθυσμούς, γνωρίζουν πολύ καλά ότι μια μειονότητα περιθωριοποιημένη και αποκλεισμένη από τις εξελίξεις που συντελούνται στο κράτος που ζει, είναι αντικείμενο που με κατάλληλη διαχείριση μπορεί να χρησιμοποιείται ως παράγοντας αποσταθεροποίησης της συνοχής του εθνικού κοινωνικού ιστού μιας χώρας και όχι μόνο.
Κοντολογίς, η εθνική μειονότητα ασκεί εθνικιστική πολιτική σε βάρος του κράτους όπου ζει, εφόσον αφήνεται και χρησιμοποιείται ως εργαλείο άσκησης της εξωτερικής πολιτικής της γειτονικής χώρας, που καλείται καταχρηστικά, «μητέρα πατρίδα» της μειονότητας.
Στις 11 Νοεμβρίου 2003 είδε το φως της δημοσιότητας, περιορισμένα δυστυχώς, εξαιτίας της αγκύλωσης πλείστων νεοελληνικών εγκεφάλων, μια ανακοίνωση της Πολιτικής Γραμματείας του κόμματος «Ουράνιο Τόξο», με αφορμή συζήτηση στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής της Δημοκρατίας της Μακεδονίας, για τις προϋποθέσεις χορήγησης της μακεδονικής υπηκοότητας σε μέλη μακεδονικών μειονοτήτων όμορων κρατών. Αξίζει η παράθεση ορισμένων αποσπασμάτων αυτής της ανακοίνωσης.
«…Σε ότι αφορά το γενικότερο ζήτημα χορήγησης Μακεδονικής υπηκοότητας αυτό είναι αποκλειστικό δικαίωμα των αρμοδίων οργάνων και αρχών της γειτονικής μας χώρας όπως άλλωστε συμβαίνει με κάθε ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος και δεν μπορούμε να έχουμε λόγο.
Σε ότι αφορά όμως την μακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα θα θέλουμε να επισημάνουμε ότι η οποιαδήποτε σκέψη ή πρόθεση για την χορήγηση μακεδονικής υπηκοότητας ή διαβατηρίου σε μέλη της που είναι πολίτες της Ελλάδος μας βρίσκει αντίθετους…
…Τα κράτη που φλερτάρουν με μεγαλοϊδεατικές αντιλήψεις θεωρούν τις μειονότητες εργαλεία για την άσκηση εξωτερικής πολιτικής ή μοχλούς πίεσης και εξυπηρέτησης των δικών τους εθνικιστικών-επεκτατικών επιδιώξεων σε γειτονικά κράτη….
…Οι πολίτες που ανήκουν σε εθνικές μειονότητες πρέπει να είναι ισότιμοι πολίτες στις χώρες στις οποίες κατοικούν. Η εθνική, γλωσσική, πολιτιστική ή θρησκευτική ταυτότητα μιας μειονότητας πρέπει να αναγνωρίζεται και να γίνεται σεβαστή από τις αρχές του κράτος στο οποίο κατοικεί. Άλλωστε υπάρχουν οι Διεθνείς Συνθήκες και Συμβάσεις ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια που αν τα κράτη τις τηρούν και εφαρμόζουν, τα δικαιώματα των μειονοτήτων όχι μόνο θα προστατεύονται αλλά οι ίδιες θα αποτελούν γέφυρες φιλίας και συνεργασίας ανάμεσα στα γειτονικά κράτη….».
Η ανακοίνωση του «Ουράνιου Τόξου» έχει ιδιαίτερη βαρύτητα και αξία. Το ελληνικό κράτος επιμένει να αρνείται, όχι μόνο να αναγνωρίσει την ύπαρξη μειονοτικών πολιτών του, μακεδονικής εθνικής συνείδησης, αρνείται να αναγνωρίσει την ύπαρξη σλαβικής μακεδονικής γλώσσας και κατ’ επέκταση την ύπαρξη μιας πλούσιας λαϊκής κουλτούρας των εντόπιων σλαβο-Μακεδόνων.
Πολύ πρόσφατα δημοσιεύθηκε η απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Φλώρινας αριθ. 243/2003, με την οποία απορρίφθηκε σχετική αίτηση για την αναγνώριση σωματείου με την επωνυμία «Στέγη Μακεδονικού Πολιτισμού», όπου το δικαστήριο, μεταξύ των άλλων αποφαίνεται, ότι η μακεδονική γλώσσα ή στη δική της γλωσσική εκφορά “Makedonski” είναι ανύπαρκτη!
Έχω τη γνώμη, ότι ο πολιτικός φορέας των Ελλήνων μειονοτικών Μακεδόνων, ιδίως με τις απόψεις που υποστήριξε στην προαναφερθείσα ανακοίνωση του αρμόδιου οργάνου του, προσέφερε στην ελληνική πολιτική ζωή, δείγμα γραφής και ήθους αντιεθνικιστικού προσανατολισμού, που θα όφειλαν γόνιμα και δημιουργικά να μιμηθούν πολιτικοί εκπρόσωποι και άλλων μειονοτήτων της χώρας (λ.χ. της τουρκικής στη Θράκη), αν θέλουν οι παρεμβάσεις τους στην πολιτική ζωή του τόπου να είναι θετικές και αξιόπιστες για το σύνολο του ελληνικού λαού.
Ιανουάριος 2004
Ο πρώην πρωθυπουργός των Σκοπίων (1998-2002) Λιούπτσο Γκεοργκιέφσκι (ο οποίος έχει πάρει βουλγαρικό διαβατήριο) δηλώνει ότι οι Σλάβοι των Σκοπίων είναι Βούλγαροι και φυσικά όχι απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων (οι οποίοι ήταν Έλληνες αναμεμιγμένοι στα δυτικά με Ιλλυριούς και στα ανατολικά με Θράκες).
ΑπάντησηΔιαγραφήΑνάλογες δηλώσεις είχε κάνει και ο πρώην πρωθυπουργός (ή πρόεδρος) των Σκοπίων ο Κίρο Γκληγκόρωφ (η μητέρα του οποίου ήταν από την Έδεσσα).
https://www.youtube.com/watch?v=FKlkMw_AU5I
Το πρόβλημα με τους Σκοπιανούς είναι το εξής. Αν οι Σκοπιανοί ισχυρίζονταν ότι είναι Μακεδόνες αποδίδοντας στην έννοια 'έθνος' την έννοια που προέκυψε από τη Γαλλική Επανάσταση -δηλαδή ότι το έθνος είναι μία ιδεολογικο-πολιτική κοινότητα- αν δηλαδή έλεγαν ότι είναι ένα νέο σλαβικό έθνος που ονομάζονται Μακεδόνες αλλά είναι σλαβικής καταγωγής, τότε δεν θα υπήρχε πρόβλημα. Οι Σκοπιανοί όμως αποδίδουν στην έννοια 'έθνος' την έννοια που του είχε αποδώσει ο Ηρόδοτος, ο οποίος είχε αναφερθεί σε "όμαιμον" (δηλαδή σε καταγωγή) και λένε ότι αυτοί είναι οι πραγματικοί απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων, πράγμα ψευδές. Δηλαδή οι Σκοπιανοί δεν ονομάζουν τη χώρα τους ως "Μακεδονία" απλώς και μόνο γεωγραφικά (που άλλωστε και γεωγραφικά μόνο ένα μικρό μέρος των εδαφών του κρατιδίου αυτού ανήκε στην αρχαία Μακεδονία καθώς το μεγαλύτερο μέρος ανήκε στην Παιονία ή Πελαγονία) αλλά ισχυρίζονται ότι υπάρχει Μακεδονικό έθνος, μακεδονική γλώσσα κ.τλ.
Ας δούμε εδώ το τσίρκο που υπάρχει στην σημερινή πρωτεύουσα των Σκοπίων: https://www.youtube.com/watch?v=XEw2nVTyxUA