Του Βαγγέλη Μυτιληναίου
«Σκέψου πόσο κακό έχουν κάνει τα δόγματα στην πρόοδο της Ανθρωπότητας» Παύλος Μπακογιάννης
Τα τελευταία χρόνια έρχεται όλο και περισσότερο στην επικαιρότητα, επειδή πρέπει να επιλυθεί άμεσα, το ζήτημα της ονομασίας της γειτονικής μας χώρας.
Οι αντιδράσεις των Ελλήνων την τελευταία εικοσαετία έχουν περάσει από σαράντα κύματα αναφορικά με το ζήτημα της ονομασίας. Άλλοτε γιατί επικρατούσε το συλλογικό συναίσθημα για την υπεράσπιση του ελληνικού εθνικού μύθου και άλλοτε έμπαινε λίγο νερό στο κρασί, όταν - σιωπηρά βέβαια - επικρατούσε ο πραγματισμός και η αμοιβαία ανάγκη για οικονομική κατά βάση συνεργασία.
Αλλά από πού ξεκινά και πού τελειώνει η υπεράσπιση ενός εθνικού μύθου; Από πού ξεκινά και που τελειώνει η υπεράσπιση των εθνικών δικαίων και των εθνικών παραδόσεων; Πού τελειώνει η υπεράσπιση του συλλογικού μας "εγώ" και από πού ξεκινά ο σεβασμός – εάν αυτός υπάρχει – στα πιστεύω, τις αντιλήψεις και την ταυτότητα εν τέλει της άλλης πλευράς; Υπερασπιζόμαστε τα ατομικά και συλλογικά δικαιώματα παντού και πάντα ή τα τελευταία αναστέλλονται για όσους δεν είναι «δικοί μας», δεν συμπαθούμε ή φοβόμαστε;
Τα τελευταία χρόνια ευτυχώς έχουν γίνει βήματα… Η παράνοια και η ανακρίβεια του ότι η Μακεδονία είναι μόνο το ομώνυμο γεωγραφικό διαμέρισμα της Ελλάδας και επίσημα, ευτυχώς, δεν υφίσταται πλέον. Ακόμη και ακραίοι εθνικιστές, όπως ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, σε κρίσεις μίσους μιλούν για κομμάτια της Μακεδονίας που πρέπει να τα «πάρουμε πίσω»… Απ' ό, τι ξέρω, ωστόσο, δεν ήταν ποτέ κομμάτια του ελληνικού κράτους, ώστε να χρειαστεί να επιστρέψουν…
Και αν είμαστε πάντοτε με το όπλο "παρά πόδα", προκειμένου να υπερασπιστούμε τα ιερά και τα όσια της φυλής, γιατί άραγε δεν έχει το δικαίωμα να πράξει το ίδιο ένας γειτονικός λαός ή ένα γειτονικό κράτος;
Και καλά, αν στην ηγεσία της γειτονικής μας χώρας είναι άνθρωποι με μισαλλόδοξες και εθνικιστικές αντιλήψεις, όπως τώρα – αποτέλεσμα βέβαια των αντιδράσεων απέναντι στη σκληρή ελληνική εθνικιστική γραμμή των αρχών της δεκαετίας του ’90 – που με κορώνες, Μεγαλέξανδρους και Βουκεφάλες πάνε να φτιάξουν ένα δικό τους εθνικισμό με την κακή ελληνική συνταγή του μεσοπολέμου και κανείς διεθνώς δεν τους παίρνει στα σοβαρά. Τι θα γίνει όμως, αν μια μέρα η γειτονική χώρα αναιρέσει αλυτρωτισμούς, τη Μεγάλη Μακεδονία, τους Μεγαλέξανδρους και άλλα συναφή ανιστόρητα;
Πώς μπορούμε, άραγε, τότε να αναγκάσουμε τη γειτονική χώρα να δεχθεί το πώς θα αποκαλείται; Μέχρι πότε θα παρακάμπτουμε, εν ονόματι του ζητήματος της ονομασίας της, την αναγνώριση της κυρίαρχης γλώσσας αλλά και της εθνικότητας των γειτόνων;
Κακά τα ψέματα… Το πρόβλημα το έχουμε οι Έλληνες και είναι κατά κάποιο τρόπο συλλογικά υπαρξιακό. Δεν είναι δυνατό να έχει διαμορφωθεί εδώ και μερικές εκατοντάδες χρόνια μια μακεδονική εθνική ταυτότητα στα Βαλκάνια και είτε να κάνουμε ότι δεν καταλαβαίνουμε, είτε να ισχυριζόμαστε ότι τάχα δεν έχει δικαίωμα μια χώρα ή μια εθνοτική ομάδα να έχει το όνομα ενός αρχαίου ελληνικού Βασιλείου δυόμιση χιλιάδες χρόνια πριν.
Έχουμε γαλουχηθεί γενιές και γενιές Ελλήνων με την ιδέα ότι είμαστε ο περιούσιος λαός που φτιάχναμε Παρθενώνες, όταν οι άλλοι κρέμονταν από τα δέντρα, και φυσικά ότι ο Θεός του δίνει -σε αυτόν και μόνο- το Άγιο Φως στα Ιεροσόλυμα κάθε Μεγάλο Σάββατο, για να το μεταλαμπαδεύσει στους κοινούς θνητούς και ότι όλοι οφείλουν, όχι απλά να μας σέβονται, αλλά να συμφωνούν και να υποτάσσονται στη δική μας θέληση και μόνο, ειδάλλως θεωρούνται μισητοί εχθροί… Δεν είναι τυχαίο ότι το πιο προβεβλημένο πρόσωπο στους τηλεοπτικούς μας δέκτες είναι ο Ψωμιάδης και ο πλέον πολυδιαβασμένος συγγραφέας ο Λιακόπουλος…
Η Αλήθεια όμως, αν κάποια στιγμή πάψουμε να παίζουμε τις "κουμπάρες", πονάει…
Επειδή έπρεπε να γίνουμε «σωστά ελληνόπουλα», ποτέ δε μάθαμε ότι η Βαλκανική και η Εγγύς Ανατολή αποτέλεσαν για πολλές εκατοντάδες χρόνια χωνευτήρι λαών, φυλών, εθνικοτήτων και θρησκειών, μια και ήταν σχεδόν πάντα επαρχίες μεγάλων αυτοκρατοριών. Ποτέ δε μάθαμε ότι έρχονταν συνεχώς και νέοι πληθυσμοί, νέες κουλτούρες, νέες ιδέες και ανακατεύονταν με αυτά που έβρισκαν και δημιουργούσαν νέα δεδομένα. Δε μάθαμε – παρά μόνο εξ’ απαλών ονύχων, μυρωδιά οράματος του Ρήγα Βελεστινλή - ότι η Βαλκανική μέχρι και τα τέλη του 19ου αι. αποτελούσε ένα πολύ πλούσιο εθνοφυλετικό μωσαϊκό και ουδέποτε ήταν ένας μπακλαβάς που τα κομμάτια του θα ήταν προκαταβολικά χωρισμένα, για να τα λάβουν τα νεαρά τότε εθνικά κράτη, χωρίς καμιά διαφορετικότητα σε σχέση με τη «νέα Μητέρα Πατρίδα»… Σε ό,τι αφορά την περιοχή της Μακεδονίας, τα ελληνόπουλα δε μάθαμε ποτέ ότι στις αρχές του αιώνα, εκτός από τις ομάδες που είχαν υπό τον έλεγχό τους οι Έλληνες αξιωματικοί και οι Βούλγαροι κομιτατζήδες, υπήρχαν μεγάλες ομάδες πληθυσμού που επιζητούσαν μετά τη διαφαινόμενη κατάρρευση της Οθωμανικής κυριαρχίας να υπάρχει ένα ανεξάρτητο μακεδονικό κράτος. Δε μάθαμε ποτέ – παρά μόνο από προφορική παράδοση – ότι η Θεσσαλονίκη και οι υπόλοιπες περιοχές που απελευθερώθηκαν το 1912-13 δεν είχαν συχνά πλειοψηφούντα ελληνικό πληθυσμό, ενώ τα ποιοτικά στοιχεία της πρώτης απογραφής του ελληνικού κράτους το 1920 παρέμειναν επτασφράγιστο μυστικό. Κρύβουμε ότι με τις διάφορες ανταλλαγές πληθυσμών στις Βαλκανικές χώρες αλλά και με τις πολιτικές βίαιης αφομοίωσης κατά το μεσοπόλεμο έπαψαν να εκφράζονται οι διαφορετικότητες που συνυπήρχαν επί αιώνες στα Βαλκάνια, κρύβουμε ότι το 1949 η πλειοψηφία των μαχητών του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας δήλωναν Μακεδόνες το γένος μιλώντας μια άλλη γλώσσα, ενώ ακόμη και σήμερα δεν τους επιτρέπουμε να γίνουν και πάλι Έλληνες Πολίτες, αλλά έχουμε αποκαταστήσει τους Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες κοντά τριάντα χρόνια τώρα. Κρύβουμε ακόμη ότι από το τέλος της δεκαετίας του ’40 η Πατρίδα μας συνόρευε με το κράτος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, το οποίο συμμετείχε στην ομόσπονδη Γιουγκοσλαβία, χωρίς να ενοχλούμαστε ή να αντιδρούμε, ενώ μέχρι τη δεκαετία του ‘80 -παραδεχόμενοι σιωπηρά ότι η Μακεδονία δεν είναι στο σύνολό της ελληνική επικράτεια- είχαμε Υπουργείο Βορείου Ελλάδος και όχι Υπουργείο Μακεδονίας – Θράκης.
Όλα αυτά δεν τιμούν μια χώρα, ούτε το διεθνές της κύρος. Σπαταλούν άσκοπα σπουδαίο διπλωματικό κεφάλαιο, που θα μπορούσε να αξιοποιείται για την περαιτέρω συνεργασία με τους γείτονες μας και τους εταίρους μας στα διάφορα διεθνή φορά και οργανισμούς, καθώς και για το ζήτημα της πράσινης διπλωματίας και της κλιματικής αλλαγής…
Φυσικά και δεν μπορεί κανείς να αμφισβητεί το δικαίωμα εκατομμυρίων Ελλήνων Μακεδόνων να έχουν τις δικές τους παραδόσεις και τη δική τους ταυτότητα. Δεν είναι δυνατόν, όμως, να απαιτεί κανείς να μονοπωλεί τη «Μακεδονικότητα» και να στερεί το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού από ανθρώπους που αυτοχαρακτηρίζονται ως Μακεδόνες, για να υποδηλώσουν την εθνικότητά τους τόσο στη γειτονική χώρα όσο και στην πατρίδα μας. Φυσικά και τα κυριαρχικά δικαιώματα της οποιασδήποτε χώρας πρέπει να είναι σεβαστά και απαραβίαστα και όχι να επιχειρείται αλλαγή ή αλλοίωσή τους, επιθυμία που έχει εκφράσει κατά καιρούς ο ανεκδιήγητος κύριος Αντώνης Σαμαράς - που τώρα έχει και πάλι αρχηγικές φιλοδοξίες - ελπίζοντας, και μάλιστα δημοσίως, ότι γρήγορα θα πάψει να έχει συνοχή το γειτονικό κράτος, ώστε να μπορούμε να μονοπωλούμε τη Μακεδονία ως μία, ελληνική και με ενδεχόμενη υπέρ ημών αλλαγή συνόρων.
Ας καταλάβουμε επιτέλους ότι δεν είμαστε μόνοι μας… Όταν το καταλάβουμε, θα είναι πρώτα καλύτερο για μας και έπειτα και για τους γείτονες μας. Για την ώρα επιδεικνύουμε σκληρή γραμμή για εσωτερική κατανάλωση, για να μη θυμώνει ο κ. Καρατζαφέρης και να κρατιέται ψηλά η ματαιοδοξία μας. Η πίεση θα είναι φυσικά ολοένα και μεγαλύτερη στους διεθνείς οργανισμούς, διότι εκεί δεν υπάρχει το πολιτικό κόστος και η πολιτική σπέκουλα.
Από τη συνεργασία, την αλληλοεκτίμηση, τον αλληλοσεβασμό και την αμοιβαία ειλικρίνεια δεν έχασε ποτέ κανείς. Δεν θα χάσουμε ούτε εμείς φυσικά, αν καταλάβουμε ότι δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε, ούτε θα χάσουμε επίσης, εάν συνυπάρξουμε σ’ αυτόν το δύσκολο κόσμο, που διαρκώς αλλάζει σε όλους τους τομείς με τη γειτονική μας χώρα, τη Δημοκρατία της Μακεδονίας.
Βαγγέλης Μυτιληναίος
http://ecclesiademo.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου