Το δέσιμο του με τη γη, η εξέλιξή του από τροφοσυλλέκτη σε καλλιεργητή και η δημιουργία των πρώτων μόνιμων οικισμών, αποτέλεσε ένα νέο όχημα για την αποτελεσματικότερη κάλυψη των αναγκών του και την έκφραση των πρώτων του επιθυμιών. Οι πρώιμες κοινωνίες, ήταν η αιτία απεμπλοκής του ανθρώπου από το προσωρινό. Η νέα οργάνωση της ανθρώπινης δραστηριότητας, επέτρεψε τη δημιουργία πλούτου, τη συναλλαγή, τη διάχυση γνώσης και τη διαρκή μεταλαμπάδευση της στα νεότερα μέλη των κοινωνιών.
Πριν τη δημιουργία κοινωνιών, η άσκηση βίας μεταξύ των ανθρώπων, αποτελούσε ασύνηθες φαινόμενο. Παρότι η διεθνής επιστημονική κοινότητα δεν έχει τελεσιδικήσει για το αν η βία είναι σύμφυτη με την ανθρώπινη νευροφυσιολογία, οι περισσότεροι επιστήμονες, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η συστημική βία, εμφανίζεται καθυστερημένα στην ανθρώπινη προϊστορία, έως δέκα ή και πέντε χιλιάδες χρόνια πριν, ενώ η παρουσία του ανθρώπου στη γη, στη σύγχρονη μορφή του, αριθμεί διακόσιες χιλιάδες χρόνια.
Ποια είναι λοιπόν η γενεσιουργός αιτία της ανθρωπινής βίας; Η απάντηση βρίσκεται σε ένα από τα προϊόντα της κοινωνικοποιημένης ανθρώπινης δραστηριότητας: τον πλούτο.Καθώς οι άνθρωποι λειτουργούν, βάσει των επιδιώξεων και των συμφερόντων τους, ορισμένοι από αυτούς, επιλέγουν αντί της εθελοντικής ανταλλαγής αγαθών και υπηρεσιών, τον εύκολο δρόμο της βίαιης αρπαγής της αλλότριας ιδιοκτησίας. Αυτό μπορεί να συμβεί είτε σε μικρής κλίμακας βιαιοπραγίες, οπότε παρατηρούνται αξιόποινες πράξεις, όπως η ληστεία, η ανθρωποκτονία κ.ο.κ., είτε σε βιαιοπραγίες μεγάλης κλίμακας, οπότε τα μέλη της κοινωνίας που αμύνεται, καλούνται να πολεμήσουν ενάντια στους επιδρομείς. Στην πρώτη περίπτωση, η επινόηση κάποιας μορφής δικαίου και η σύσταση πολιτοφυλακής για την παραπομπή των παραβατών, οριοθέτησαν το σεβασμό στην ιδιοκτησία. Στο ενδεχόμενο, όμως, των πολεμικών συρράξεων, δεν είναι σαφές, αν οι επιτιθέμενοι είναι σε θέση να συμμορφωθούν ή αν οι αμυνόμενοι είναι σε θέση να επιβάλλουν δια της ισχύος κυρώσεις, όπως θα συνέβαινε σε μικρότερης κλίμακας φαινόμενα βίας.
Η αντιμετώπιση του παραπάνω προβλήματος, επιχειρήθηκε με τη δημιουργία στρατού, σώματος δηλαδή, που αποτελείται από εξειδικευμένα μέλη της κοινότητας, που σκοπό έχουν να την υπερασπιστούν, έναντι ενδεχόμενης εισβολής. Τα μέλη αυτά, όπως είναι φυσικό, δεν είναι σε θέση να παράγουν πλούτο και εν συνεχεία μέσω της εθελοντικής συναλλαγής να επιβιώνουν, άρα τη συντήρηση τους, όπως και του απαραίτητου εξοπλισμού, επωμίζονται τα υπόλοιπα μέλη της κοινότητας. Επειδή όμως, η εθελοντική συντήρηση του στρατού, από την υπόλοιπη κοινότητα δε θα ήταν βιώσιμη, η δημιουργία μίας κεντρικής αρχής που θα μεριμνούσε μέσω του μονοπωλίου της βίας, την απόδοση μέρους του ιδιωτικού πλούτου για την αμυντική ετοιμότητα, κρίθηκε απαραίτητη. Η κεντρική αυτή αρχή είναι ο πρόγονος του σημερινού κράτους. Ανεξαρτήτως πολιτεύματος ή πολιτειακής οργάνωσης (πόλεις-κράτη, βασίλεια, φέουδα, αυτοκρατορίες), αποτελούσε την πρώτη μορφή οργανωμένης εξουσίας.
Το παραπάνω μοντέλο, εμφανίστηκε με αρκετές παραλλαγές, στις περισσότερες ανθρώπινες κοινωνίες. Το πλεονέκτημα μάλιστα, του μονοπωλίου της βίας, επέτρεψε στην κεντρική αρχή, να περιδιαβαίνει και εκτός του αρχικού της σκοπού, της προστασίας δηλαδή, των μελών της κοινότητας από εξωτερικές απειλές και την απόδοση δικαίου στην περίπτωση ιδιωτικών διενέξεων. Έτσι αφενός, εμφανίζεται για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, το πολιτικό φαινόμενο, η ροπή δηλαδή, της κοινωνίας στην κατεύθυνση της κεντρικής διαχείρισης της ανθρώπινης δραστηριότητας και αφετέρου, τα μέλη της άρχουσας τάξης που δημιουργείται, δράττονται της ευκαιρίας και παραβιάζουν τα δικαιώματα των υποκειμένων προς όφελός τους.
Το κράτος στον Διαφωτισμό
Αρκετούς αιώνες μετά τη δημιουργία των πρώτων μονοπωλίων βίας, τα επιτεύγματα των σχετικά απελευθερωμένων αγορών και η οικονομική ενδυνάμωση της αστικής τάξης, διαδραμάτισαν σπουδαίο ρόλο στην άσκηση πίεσης ενάντια στην άρχουσα τάξη. Η διεύρυνση μάλιστα της αστικής τάξης και η σχετική ευημερία των μελών της, οδήγησαν σε επανεξέταση της χρησιμότητας των κεντρικών αρχών και των γεωγραφικών συνόρων της επικράτειας τους, μέσα από τα πνευματικά έργα διανοητών, όπως ο Τζον Λοκ και ο Άνταμ Σμιθ. Σύμφωνα με τα διδάγματα του Διαφωτισμού λοιπόν, η αναμόρφωση των απολυταρχικών κρατών σε αντιπροσωπευτικές και συνταγματικές δημοκρατίες, επιτεύχθηκε σταδιακά τα επόμενα χρόνια αν και όχι καθολικά μέχρι ακόμα και σήμερα (Σαουδική Αραβία, Μαρόκο, Υεμένη κ.ά., πέραν των κομμουνιστικών χωρών).
Το κενό εξουσίας που άφησαν πίσω τους οι μονάρχες, καλύφθηκε από εκλεγμένους αντιπροσώπους της πλειοψηφίας, που ως ήταν φυσικό επιλέχθηκαν για να αντιμετωπίσουν εν πολλοίς συλλογικά προβλήματα ίδιας φύσεως με αυτά που αντιμάχονταν τα απολυταρχικά καθεστώτα. Το μονοπώλιο της βίας λοιπόν διατηρήθηκε, με τη διαφορά ότι η κυριότητα επ’ αυτού, μεταβιβάζεται, έπειτα από κάθε εκλογική αναμέτρηση και όχι κληρονομικά. Η ειδοποιός διαφορά, μεταξύ, των δύο πολιτευμάτων, είναι η ύπαρξη Συντάγματος, που επιχειρεί να προστατεύσει τους ιδιώτες και τους συνεργατικούς φορείς αυτών, από την αυθαιρεσία του κράτους. Τελικά το δημοκρατικό κράτος, βρίσκεται ενώπιον μίας δυσχερούς συγκυρίας, όπου από τη μία επιθυμεί να εφαρμόσει τις πολιτικές του επιδιώξεις (κεντρικός σχεδιασμός, στρατιωτική κυριαρχία έναντι άλλων κρατών) και από την άλλη απευθύνεται σε ένα σύνολο ανθρώπων, με δικαίωμα στην αυτοδιάθεση και την ιδιοκτησία.
Η λύση σε αυτό το σύνθετο πρόβλημα, δόθηκε μεταξύ άλλων, μέσα από την επινόηση του έθνους. Το έθνος, όπως κάθε φαντασιακή επινόηση, δεν επιδέχεται λογικής κριτικής, καθώς η προέλευση του λογίζεται ως εξωκοινωνική, αρά δεν μπορεί να αντικρουστεί με ορθολογικά κριτήρια. Ανάλογος φαντασιακός θεσμός, είναι η θρησκεία, με τη διαφορά, ότι η κατοχύρωση ανεξιθρησκίας, διασφαλίζει την ελευθερία του ατόμου να πιστεύει ή όχι, ενώ η έννοια του έθνους αποτελεί ένα επαρκές κάλυμμα για την άσκηση πολιτικής, ανεξαιρέτως των πεποιθήσεων των υποκειμένων. Εν μέσω της παντελούς απουσίας ορθολογισμού, το κράτος, είναι σε θέση να θεωρήσει απρόσκοπτα εαυτόν, πρεσβευτή παλαιότερων κοινωνιών με την αιτιολογία γλωσσικής ή γεωγραφικής συνάφειας.
Η επιτυχία του εθνικού κράτους, οδήγησε, αναπόφευκτα, στη υιοθέτηση του εγχειρήματος, ακόμα και από φύσει πολυφυλετικούς σχηματισμούς, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και αργότερα από χώρες με μαρξιστική εφόρμηση, όπως η Σοβιετική Ένωση, παρά τον υποτιθέμενο διεθνισμό που χαρακτηρίζει τη μαρξιστική ιδεολογία. Έτσι, μεγάλος αριθμός κρατικών φορέων ανεξαρτήτως αντικειμένου, χαρακτηρίστηκαν ως εθνικοί (π.χ. NASA από τα αρχικά των λέξεων National Aeronautics and Space Administration, που σημαίνει Εθνική Διαχείριση Αεροπλοΐας και Διαστήματος). Για τη συντήρηση, μάλιστα, κρατικών μονοπωλίων κάθε λογής, ορισμένοι τομείς της οικονομίας χαρακτηρίστηκαν ως εθνικής σημασίας. Η ιδέα του έθνους, βρισκόταν πίσω από την ιδιοποίηση από μέρους του κράτους, της ιδιωτικής περιουσίας σε καιρό πολέμου. Τέλος, η υποχρεωτική στράτευση ελεύθερων ανθρώπων, αντί της συντήρησης μισθοφορικού στρατού, ήταν μία ακόμη καινοτομία του εθνικού κράτους.
Η εύκολη πόλωση και ετεροκατεύθυνση πληθυσμών, αποδείχθηκε τελικά, ένα εκρηξιγενές όπλο στα χέρια των κυβερνήσεων. Αποτέλεσμα αυτού, παρά την προδιαγεγραμμένη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου στις χώρες της Δύσης, δύο πολύνεκροι πόλεμοι στιγμάτισαν την ανθρώπινη ιστορία του 20ου αιώνα. Ευθύνες αποδόθηκαν μόνο στην αφορμή των πολέμων, τις εχθροπραξίες δηλαδή, μεταξύ των δυτικών υπερδυνάμεων, και ποτέ στον πραγματικό ένοχο. Ο ένοχος αυτός, είναι το εθνικό σόφισμα, μία ανθρώπινη κατασκευή, εναγκαλισμένη με το κρατικό μονοπώλιο της βίας. Άλλοτε βαφτίζεται πατριωτισμός, μία αθώα αγάπη για την πατρίδα. Στο βάθος του όμως, όσο και αν οι πιστοί του αδυνατούν να το εντοπίσουν, κρύβεται μία ψευδής αίσθηση ανωτερότητας έναντι άλλων ανθρώπων και μία πειθήνια στάση έναντι των ιδιοτελών προθέσεων της κεντρικής αρχής. Όπως υποστήριξε κάποτε ένας παρεξηγημένος φιλόσοφος… «η πλάνη δεν είναι τύφλωση, η πλάνη είναι ανανδρία».
Ιωάννης Καραμπλιάς
τεταρτοετής φοιτητής του τμήματος Πολιτικών Μηχανικών στην Πολυτεχνική σχολή του Πανεπιστημίου Πατρών
Από τον δικτυότοπο -journalism.gr.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου